Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016

Ανθρω(ποιά;)











  
  Γράφω με δυσκολία καθώς τα χέρια μου τρέμουν από θυμό, οργή και αγανάκτηση.
21:45, περπατάω Τσιμισκή μπροστά από τα Public. Γυναίκα ξαπλωμένη, κοιμάται κρατώντας σφιχτά το παιδί της στην αγκαλιά (θα ΄ναι δε θα ΄ναι 3 χρονών). Προσπερνάω. Δεν κάνω πολλά βήματα. Κοντοστέκομαι. Γυρίζω και τους ξανακοιτάζω. Χιλιάδες σκέψεις περνάνε από το μυαλό μου. Να κάνω τι; Να αφήσω λεφτά; Θα βοηθήσει πραγματικά αυτό; Να πάρω φαγητό και γάλα να τους προσφέρω; Νίωθω αμήχανα. Ο κόσμος που περνά κοιτάει με περιέργεια τι κοιτάζω με βλέμμα που φωνάζει ¨έγινε κάτι ρε παιδιά;¨. Απέναντι κάθονται 3 κοριτσάκια που γελάνε στο παγκάκι με καφέ στο ένα χέρι και στο άλλο το κινητό. Δε τα κατηγορώ για κάτι, απλά η εικόνα δε μου κάθεται καλά. Πιάνω το πορτοφόλι και βγάζω 1€. Μήπως είναι λίγα; Δε ξέρω. Τα αφήνω γρήγορα με μεγάλη αμηχανία στο κουπακι μπροστά τους προσπαθώντας να μην τους ξυπνήσω. Δεν θέλω να με δουν να τα αφήνω. Απομακρύνομαι και σκέφτομαι πως μπορώ να βοηθήσω διαφορετικά. Με πιάνει μια οργή, ένας θυμός. Σφίγγω τα δάχτηλα μου σε γροθιά. Εγώ ήπια το καφεδάκι μου των 3€ και τώρα πάω με την μηχανή μου στο σπιτάκι μου να κάνω το μπάνιο μου, να φάω παραγγέλνοντας μάλλον ντελίβερι... απλά καθημερινά πράγματα. Σκέφτομαι πως να τους προσφέρω ένα πιάτο φαγητό, ένα μπάνιο, ένα κρεβάτι για να κοιμηθούν έστω για λίγο. Αλλά πως να το κάνω; Δεν ξέρω τον τρόπο. Ξέρω τι πρέπει να κάνω, αλλά όχι πως! Πως να τους πλησιάσω, τι να τους πω; Στη θεωρία όλα καλά. Με ενοχλεί που δεν έχω το θάρρος να το κάνω. Τι φοβάμαι, δε ξέρω. Ίσως ότι είναι άγνωστοι και ίσως είναι επικίνδυνοι; Πόσο επικίνδυνοι να είναι μια μάνα με το παιδί της; Δε ξέρω...
Είναι σκέψεις ακριβώς όπως ήρθαν στο μυαλό μου.

   Αυτή την κοινωνία έχουμε. Την κοινωνία αγάπης. Την κοινωνία αλληλεγγύης. Την κοινωνία ανθρω(ποιάς;) Που είναι το κράτος; Που είναι οι άνθρωποι της εκκλησίας, υπέρμαχοι του “αγαπάτε αλλήλους”; Και γενικά που είμαστε όλοι; Τακτοποιημένοι είμαστε στην παραλία ή στον καναπέ μας. Γκρινιάζοντας που δε θα πάμε θάλασσα το Σαββατοκύριακο. Βγάζοντας σέλφι και γράφοντας αποφθέγματα. Δε λέω να παρατήσουμε την ζωή μας και να αφοσιωθούμε σε αγαθοεργίες. Μία κίνηση όμως είναι! Εάν μπορέσουμε και την κάνουμε μετά είναι εύκολο. Η πρώτη φορά είναι η δύσκολη, μετά παίρνεις το κολλάι. Ας μην πιούμε 3 καφέδες αύριο ας πιούμε 2 δεν θα έρθει η καταστροφή. Ας μην πάω να φάω έξω μία μέρα που θέλω, δεν θα έρθει η συντέλεια! Για κάποιον όμως αυτό το λίγο που θα προσφέρω θα είναι μια ανάσα ακόμα. Θα είναι άλλη μια μέρα στη ζωή. Κάποτε, ο πατέρας μου με σήκωσε στις 5 το χάραμα. Με πήγε στο πλακόστρωτο της Γεωργίου Σταύρου. Είναι το πλακόστρωτο που κόβει την Καρόλου Ντηλ. Παραξενεύτηκα. Τι θελουμε εδώ ρώτησα; Μου έδειξε τους άστεγους καθώς ξυπνούσαν και μου είπε “Δες το βλέμμα τους. Το βλέμμα τους λέει ευχαριστώ που ξύπνησα άλλη μια μέρα”. Στο έκανα αυτό μου είπε, για να καταλάβεις  ότι υπάρχει και αυτή η πλευρά της κοινωνίας που ζούμε. Το θυμάμαι και θα το θυμάμαι σε όλη μου τη ζωή αυτο το πρωινό.

    Αυτά. Και είναι μόνο η άποψη ενός...




1 σχόλιο:

  1. Φίλε Σιτσα χαίρομαι για την ανθρωπιά που διακρίνει το ποστ σου.Αλλά η ανθρωπιά χωρίς κατανόηση του πολιτικού γίγνεσθαι είναι καταδικασμένη σε αδιέξοδα και απογοητεύσεις. Άσε το συσσίτιο του παππά κ πιάσε την σημαία του Οκτώβρη του '17

    ΑπάντησηΔιαγραφή